Σκέψεις πάνω στην έννοια διανοούμενος
Η πιο συνηθισμένη έννοια του διανοούμενου είναι αυτή που τον θέλει χαρισματικό, μορφωμένο, λόγιο, ικανό και γενικά ξεχωριστό και ίσως και «ανώτερο» Αλλά αυτή η άποψη κινείται στο πλαίσιο της συγκριτικής αξιολόγησης: Κάποιος είναι κάπως και κάπως αλλιώς από κάποιον άλλο. Δεν περιέχει κάποιο ρόλο ή κάποια ενεργητικότητα. Παρουσιάζει το αντικείμενό της με όρους αισθητικής και επιφανειακής φαινομενικότητας.
Για να καλυφθεί η παραπάνω άποψη από το κενό που αφήνει η απουσία του ρόλου και της ενέργειας έρχεται η αναγκαία συμπλήρωση: ο διανοούμενος δεν πρέπει να συμβιβάζεται ή να φοβάται, πρέπει να λέει με σθένος την «αλήθεια» και να βρίσκεται συνέχεια σε «αντίθεση» με το status quo, να υπηρετεί το κοινωνικό σύνολο και όχι την εξουσία κλπ.
Συνήθως ο ρόλος και η ενέργεια που προστίθενται στην εικόνα του διανοούμενου έχουν έναν χαρακτήρα ειδωλικό: οι διανοούμενοι είναι φορείς οικουμενικών αξιών και αληθειών, όντα που κουβαλάνε μέσα τους έννοιες και αξίες άφθαρτες, αιώνιες. Είναι ήρωες που για να υπερασπίσουν την «αλήθεια» που πρεσβεύουν θα θυσιαζόντουσαν, θα πέφτανε ακόμα και στη φωτιά. Σε γενικές γραμμές ο πιο κλασικός τύπος του διανοούμενου είναι ο ήρωας που αψηφά τους κινδύνους και τις συνέπειες όσων λέει και όσων εκφράζει γιατί απλώς: εκφράζει την αιώνια, συμπαντική και απόλυτη αλήθεια.
Αλλά σε αυτό το σημείο έρχεται ο Said και γειώνει λίγο τον ήρωα, λέγοντας: «Ο πραγματικός διανοούμενος είναι ον κοσμικό. Όσο κι αν οι ίδιοι διανοούμενοι ισχυρίζονται ότι αυτά που εκπροσωπούν είναι ανώτερα πράγματα και υπέρτατες αξίες, η ηθική τους αρχίζει όταν αρχίζει η δράση τους στο κοσμικό πλαίσιο της ζωής: εξαρτάται από το πού συμβαίνει, τίνος συμφέροντα εξυπηρετεί, πώς αρθρώνεται γύρω από μια συνεκτική και οικουμενική δεοντολογία, με ποιο τρόπο θεμελιώνει τη διάκριση μεταξύ εξουσίας και δικαιοσύνης, τι φανερώνει για τις επιλογές και τις προτεραιότητές του». Επίσης «οι διανοούμενοι πρέπει να βρουν ελεύθερο χώρο στο μυαλό τους για την αμφιβολία, τον αυτοσαρκασμό», «να αποφεύγουν την απόλυτη βεβαιότητα και τις γενικεύσεις». Το αιώνιο, δηλαδή, και το συμπαντικό γίνονται ιστορικό και κοινωνικό (ταξικό) και το απόλυτο, σκεπτικιστικό. Ακολουθεί κατά κάποια έννοια τα χνάρια του Φουκώ: «…δεν πρέπει πια να θεωρούμε τον διανοούμενο ως φορέα καθολικών αξιών. Ο διανοούμενος είναι, αντίθετα, το πρόσωπο που κατέχει μια ειδική θέση». Και αυτή η ειδική θέση καθορίζεται από την τοποθέτησή τους σε συγκεκριμένα σημεία βάσει των συνθηκών ζωής ή εργασίας κλπ.
Παρ’ όλα αυτά, ο Said δεν απομυθοποιεί τον διανοούμενο, εξακολουθεί να τον εξυψώνει: «... ο διανοούμενος είναι ένα άτομο προικισμένο με την ικανότητα της αναπαράστασης, της ενσάρκωσης και της άρθρωσης ενός μηνύματος, ενός οράματος, μιας στάσης, μιας φιλοσοφίας ή μιας άποψης» (η υπογράμμιση δική μου). Δηλαδή ο διανοούμενος παραμένει ένας ήρωας που έχει όμως συνείδηση ότι καθορίζεται κάθε φορά από το κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο στο οποίο κινείται.
Στο σημείο αυτό ο Said διαφωνεί με τον Γκράμσι που λέει ότι: «...όλοι οι άνθρωποι είναι διανοούμενοι» και ότι η διαφορά μεταξύ των διαφόρων ανθρώπων έγκειται στο ότι «δεν έχουν όλοι τους λειτουργία διανοούμενου μέσα στην κοινωνία». Κατά τον Γκράμσι «η διάκριση αυτή αναφέρεται μονάχα στην άμεση κοινωνική λειτουργία της επαγγελματικής κατηγορίας των διανοούμενων, δηλαδή γίνεται με βάση την κατεύθυνση προς την οποία κλίνει το κέντρο βάρους της ειδικής επαγγελματικής δραστηριότητας: στη διανοητική επεξεργασία ή στη νευρο-μυϊκή προσπάθεια». Ο Γκράμσι, σε αντίθεση με τον Said είχε τονίσει ότι υπάρχει προσπάθεια για διαχωρισμό μεταξύ της πνευματικής (διανοητικής επεξεργασίας) εργασίας και της χειρονακτικής (νευρο-μυϊκής προσπάθειας). Όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητες (ακόμα και το σκάψιμο του εδάφους) προϋποθέτουν διανοητική ικανότητα και επεξεργασία. Οπότε στο επίπεδο του καταμερισμού της εργασίας ο διαχωρισμός της πνευματικής και της χειρονακτικής εργασίας έρχεται για να υποτιμήσει την μία σε σχέση με την άλλη. Αλλά όπως και να έχει, όλοι οι άνθρωποι «αναπτύσσουν μια διανοητική δραστηριότητα […] που συμβάλει στο να στερεωθεί ή να τροποποιηθεί μια κοσμοαντίληψη…». Ενώ για τον Γκράμσι η διάκριση γίνεται με όρους επαγγελματικούς, για τον Said γίνεται με κριτήρια ηθικά και Αρχής. Για τον Said υπάρχουν δύο είδη: α) οι διανοούμενοι και β) οι πραγματικοί διανοούμενοι. Οι διανοούμενοι σκέτα είναι όλοι εκείνοι που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο «συντηρούν το status quo». Αυτοί είναι συνήθως οι διανοούμενοι που μέσω της επαγγελματικής τους θέσης «υπηρετούν την εξουσία και προσπαθούν να κερδίσουν την εύνοια και τα οφέλη που αυτή προσφέρει». Αντίθετα, οι πραγματικοί διανοούμενοι πρέπει να αντιτίθενται στην εξουσία: «… ο πραγματικός διανοούμενος ούτε αξιωματούχος είναι, ούτε υπάλληλος αφοσιωμένος στους πολιτικούς στόχους μιας κυβέρνησης, μιας μεγάλης εταιρίας ή μιας συντεχνίας ομοϊδεατών».
Οι διανοούμενοι (σκέτοι) του Said στην σήμερον ημέρα έχουν όνομα. Λέγονται: Think Tank’s. Πέρα από αυτούς υπάρχουν και εκατομμύρια άλλοι ειδικοί διανοούμενοι (με την έννοια του Φουκώ) που παράγουν και κυρίως αναπαράγουν «αλήθειες», ακούσια ή εκούσια, και δεδομένα, συνθέτοντας ένα δίχτυ σχέσεων και εξουσιών. Από τη θέση που προσβλέπει σε μια κοινωνική ανατροπή των εξουσιαστικών σχέσεων, υπάρχει μια σύμπλευση με αυτό που ο Φουκώ εντοπίζει ως το μεγάλο πολιτικό πρόβλημα: «την εξακρίβωση της δυνατότητας συγκρότησης μιας νέας πολιτικής της αλήθειας». Μιας αλήθειας όμως που θα παράγει μια αρνητική εξουσία της εξουσίας, δηλαδή μια εξουσία που θα καταπιέζει, θα παρεμποδίζει και θα εκμηδενίζει την ίδια την εξουσία.
Κατά κάποια έννοια, η τελευταία απαίτηση οδηγεί στην κατάργηση των διανοούμενων. Η αρνητική εξουσία της εξουσίας δεν μπορεί να προκύψει εκτός του δικτύου των κοινωνικών σχέσεων. Αλλά οι κοινωνικές σχέσεις διατρέχουν, με τον έναν ή τον άλλο βαθμό και τρόπο, τους πάντες. Οι πάντες θα πρέπει να γίνουν διανοούμενοι. Διανοούμενοι που να έχουν την αμφισβήτηση ως αξία, να αντιδρούν στις προσταγές της εξουσίας σαν νιτσεϊκοί εγωιστές και να παράγουν μια πολιτική της αντιεξουσίας. Θα είναι διανοούμενοι όχι με την έννοια του προικισμένου και του ικανού αλλά του πρόθυμου: από την μία, να κατανοήσουν, να συγκολλήσουν και να ενοποιήσουν τον κόσμο και από την άλλη να αποκαταστήσουν την πολλαπλότητα, την πολυειδία και το διασπασμένο του κόσμου. Και κυρίως να εξυμνήσουν αυτό που η κυριαρχία υποτιμά: την ίδια την ζωή.
Η προτροπή το να γίνουν οι πάντες διανοούμενοι είναι όμως γενική και αόριστη. Η τάξη στην οποία ασκείται η εξουσία και η εκμετάλλευση είναι το προλεταριάτο. Για την ανατροπή των σχέσεων εξουσίας αυτοί που πρέπει να παράξουν μια νέα πολιτική της αλήθειας είναι μόνο οι προλετάριοι. Αυτοί πρέπει να γίνουν οι διανοούμενοι που θα καταργήσουν τους ίδιους τους τούς εαυτούς και κατ' επέκταση θα καταργήσουν την ίδια την εκμετάλλευση.
Η ταξική συνείδηση όμως είναι ζήτημα που περνάει αναγκαστικά μέσα από τα μονοπάτια της διανόησης. Αλλά η προλεταριακή ανατροπή της εξουσίας και της εκμετάλλευσης περνά μόνο από αυτό που έχει πει ο Βανεγκέμ: «Ενώ ο διανοούμενος μηχανεύεται πώς να περάσει από την τρύπα της κλειδαριάς, αυτός που προαισθάνεται τον κόσμο των επιθυμιών σπρώχνει την πόρτα – χοντροκοπιά δίχως προηγούμενο για όποιον επιζητεί την ολοκλήρωση της σκέψης εκεί που μόνο η ζωή επιζητεί να ολοκληρωθεί».